«ταύτα παράθου πιστοίς ανθρώποις, οίτινες ικανοί έσονται και ετέρους διδάξαι»(Τιμ.Β΄2)

Δευτέρα 15 Μαρτίου 2010

Του αγίου Αλεξίου, ανθρώπου του Θεού(17 Μαρτίου)


"Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι " και πάλι "Ὁ φιλών πατέρα ή μητέρα υπέρ εμέ ουκ έστιν μου άξιος".

Οι εντολές του Κυρίου μας Ιησού Χριστού ή μάλλον οι αγαθές και φιλάνθρωπες συστάσεις Του για να βρούμε επιτέλους την βασιλεία του Θεού εντός μας, αγαπητοί αδελφοί, μας φαίνονται απάνθρωπες,σκληρές , εξωπραγματικές. Γιατί , ποιός στην σύγχρονη και "πολιτισμένη" μας εποχή με τις τόσες ανέσεις, τις τόσες ανθρωποκεντρικές φιλοσοφίες, με το κηνύγι της ευκολίας και της διάκρισης, θα εγκαταλείψει τον τάχα ανέφελο βίο του για να ζωστεί σταυρό και να ακολουθήσει τον Χριστό; Ακόμα, ποιός "τρελός" και "σκληρός" άνθρωπος θα εγκατέλειπε ποτέ την αγάπη για τους γονείς, που άλλωστε μας υπαγορεύει η θρησκεία για να φανεί άξιος του Θεού; Σκέφτομαι και λέω: κανείς ή μάλλον ελάχιστοι,πολλοί λίγοι. Και αυτό γιατί ψυχράνθηκε η αγάπη μας, η θυσιαστική μας και απόλυτη αγάπη προς τον Χριστό. Φτιάξαμε και διατηρούμε μία κάποια "θρησκεία" 'οχι χριστιανική αλλά χριστιανίζουσα, αναιμική, άχαρη,άψυχη,απνευμάτιστη, κομμένη στα μέτρα μας, τις αδυναμίες μας, τα θέλω μας. Και αποκτώντας θέλημα και ρώτημα χάσαμε την απλότητα και την θερμότητα στο βωμό της ανθρώπινης λογικής και του "μακαρίου" ύπνου μας. Όμως η φωνή του Χριστού μας ξυπνά! ΑΡΑΤΕ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟΝ ΣΑΣ! Και όποιος σας εμποδίσει καν άνθρωπος γονέας σας αγνοήστε τον για την αγάπη του Χριστού. Όχι βέβαια μισήστε τον αλλά αγνοήστε τον γιατί χώρο κυρίαρχο στην καρδιά μας πρέπει να έχει ο έρωτας για τον Χριστό, αλλιώς υποκρινόμαστε.

Βλέπουμε τους ανθρώπους να αφοσιώνονται σε ιδέες,πολιτεύματα, φιλοσοφίες, να αφιερώνουν την ζωή τους σε αυτά, που είναι πρόσκαιρά και υποκειμενικώς μόνο υψηλά και ωραία και μάλιστα να γίνονται κακοί και γραφικοί για τα πιστεύω που συνέλαβε ο νους τους με όλο τον κόσμο. Ακόμα και με τους οικιακούς τους και δεν παραδειγματιζόμαστε, δεν προβληματιζόμαστε να πούμε: "Εμείς έχουμε έρωτα τον Χριστό, πού είναι η Αλήθεια και Αυτόν θα ακολουθήσουμε" και "μυριάκις υπερ Αυτού τεθνηξόμεθα"!

Αν σας φαίνονται εξωγήινα και σκληρά και απραγματοποίητα και θεωρητικά όλα αυτά ακούστε τον βίο του αγίου Αλεξίου πού στάθηκε αληθινός άνθρωπος του Θεού και λάβετε παράδειγμα:

Ο Όσιος Αλέξιος γεννήθηκε στη Ρώμη κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Αρκαδίου (395-408 μ.Χ.) και Ονωρίου (395-423 μ.Χ.) από ευσεβείς και εύπορους γονείς. Ο πατέρας του Ευφημιανός ήταν συγκλητικός, φιλόπτωχος και συμπαθής, ώστε καθημερινά τρεις τράπεζες παρέθετε στο σπίτι του για τα ορφανά, τις χήρες και τους ξένους που ήταν πτωχοί. Η γυναίκα του ονομαζόταν Αγλαΐς και ήταν άτεκνη. Στη δέηση της να αποκτήσουν παιδί, ο Θεός την εισάκουσε. Και τους χάρισε υιό.

Αφού το παιδί μεγάλωσε και έλαβε την κατάλληλη παιδεία, έγινε σοφότατος και θεοδίδακτος. Όταν έφθασε στη νόμιμη ηλικία, τον στεφάνωσαν με θυγατέρα από βασιλική και ευγενική γενιά. Το βράδυ όμως στο συζυγικό δωμάτιο ο Άγιος, αφού πήρα το χρυσό δακτυλίδι και την ζώνη, τα επέστρεψε στην σύζυγό του και εγκατέλειψε τον κοιτώνα. Παίρνοντας αρκετά χρήματα από τα πλούτη του έφυγε με πλοίο περιφρονώντας τη ματαιότητα της επίγειας δόξας. Καταφθάνει στην Λαοδικία της Συρίας και από εκεί στην Έδεσσα της Μεσοποταμίας. Εκεί ο Όσιος Αλέξιος μοίρασε τα χρήματα στους πτωχούς, ακόμα και τα ιμάτιά του και, αφού ενδύθηκε με κουρελιασμένα και χιλιομπαλωμένα ρούχα, κάθισε στο νάρθηκα του ναού της Υπεραγίας Θεοτόκου, ως ένας από τους πτωχούς. Προτίμησε έτσι να ζει με νηστεία όλη την εβδομάδα και να μεταλαμβάνει των Αχράντων Μυστηρίων κάθε Κυριακή, ενώ μόνο τότε έτρωγε λίγο άρτο και έπινε λίγο νερό.

Οι γονείς του όμως τον αναζητούσαν παντού και έστειλαν τους υπηρέτες τους να τον βρουν. Στην αναζήτησή τους έφθασαν μέχρι και στο ναό της Έδεσσας, χωρίς ωστόσο να τον αναγνωρίσουν. Οι δούλοι επέστρεψαν άπρακτοι στη Ρώμη, ενώ η μητέρα του Αλεξίου με οδύνη, φορώντας πτωχά ενδύματα, καθόταν σε μία θύρα του σπιτιού πενθώντας νύχτα και ημέρα. Το ίδιο και η νύφη, που φόρεσε τρίχινο σάκο και περίμενε κοντά στην πεθερά της.

Ο Όσιος Αλέξιος για δεκαεπτά χρόνια παρέμεινε στο νάρθηκα του ναού της Θεοτόκου ευαρεστώντας τον Θεό. Και μια νύχτα η Θεοτόκος παρουσιάσθηκε στον προσμονάριο του ναού σε όνειρο και του ζήτησε να του φέρει μέσα στο ναό τον άνθρωπο του Θεού. Τότε ο προσμονάριος, αφού βγήκε από το ναό και δεν βρήκε κανέναν παρά μόνο τον Αλέξιο, δεήθηκε στην Θεοτόκο να του υποδείξει τον άνθρωπο, όπως και έγινε. Τότε πήρε από τον Όσιο Αλέξιο και τον εισήγαγε στο ναό με κάθε τιμή και μεγαλοπρέπεια.

Μόλις ο Όσιος κατάλαβε ότι έγινε γνωστός εκεί, έφυγε κρυφά και σκέφθηκε να πάει στην Ταρσό, στο ναό του Αγίου Παύλου του Αποστόλου, όπου εκεί θα ήταν άγνωστος. Άλλα όμως σχεδίασε η Θεία Πρόνοια. Γιατί βίαιος άνεμος άρπαξε το πλοίο και το μετέφερε στην Ρώμη. Βγαίνοντας από το πλοίο, κατάλαβε ότι ο Κύριος ήθελε να επανέλθει ο Αλέξιος σπίτι του.

Όταν συνάντησε τον πατέρα του, που δεν αναγνώρισε τον υιό του, του ζήτησε να τον ελεήσει και να τον αφήσει να τρώει από τα περισσεύματα της τράπεζάς του. Με μεγάλη προθυμία ο πατέρας του δέχθηκε να τον ελεήσει και μάλιστα του έδωσε κάποιον υπηρέτη για να τον βοηθάει. Κάποιοι βέβαια από τους δούλους της οικίας του τον πείραζαν και τον κορόιδευαν, όμως αυτόν δεν τον ένοιαζε. Έδινε την τροφή του σε άλλους, παραμένοντας όλη την εβδομάδα χωρίς τροφή και νερό και μόνο μετά την Κοινωνία των Θείων και Αχράντων Μυστηρίων δεχόταν λίγο άρτο και νερό.

Έμεινε λοιπόν για δεκαεπτά χρόνια στον πατρικό οίκο χωρίς αν τον γνωρίζει κανένας. Όταν έφθασε ο καιρός της κοιμήσεώς του, τότε κάθισε και έγραψε σε χαρτί όλο τον βίο του, τους τόπους που πέρασε, αλλά και κάποια από τα μυστήρια που γνώριζαν μόνο οι γονείς του. Κάποια Κυριακή, όταν ο Αρχιεπίσκοπος Ιννοκέντιος τελούσε την Θεία Λειτουργία, ακούσθηκε φωνή από το Άγιο Θυσιαστήριο, που καλούσε τους συμμετέχοντες να αναζητήσουν τον άνθρωπο του Θεού. Την Παρασκευή ο Όσιος Αλέξιος παρέδωσε το πνεύμα του στα χέρια του Θεού, ενώ το απόγευμα της ίδιας ημέρας οι πιστοί βασιλείς και ο Αρχιεπίσκοπος, προσήλθαν στο ναό για να δεηθούν στον Θεό να του αποκαλύψει τον άγιο άνθρωπο του Θεού. Τότε μια φωνή τους κατηύθυνε στο σπίτι του Ευφημιανού. Λίγο αργότερα οι βασιλείς μαζί με τον Αρχιεπίσκοπο έφθασαν στο σπίτι του Ευφημιανού, προξενώντας μάλιστα την απορία της γυναίκας και της νύφης του για την παρουσία τους εκεί και ρώτησαν τον Ευφημιανό. Όμως εκείνος, αφού πρώτα ρώτησε τους υπηρέτες, αποκρίθηκε ότι δεν γνώριζε τίποτα. Στην συνέχεια ο υπηρέτης που φρόντιζε τον Όσιο Αλέξιο, παρακινούμενος από Θεία δύναμη, ανέφερε τον τρόπο της ζωής του πτωχού, τον οποίο εξυπηρετούσε. Τότε ο Ευφημιανός χωρίς να γνωρίζει ότι ο Όσιος είναι ήδη νεκρός, αποκάλυψε το πρόσωπο αυτού, που έλαμπε σαν πρόσωπο αγγέλου. Στο χέρι του Οσίου μάλιστα, είδε χαρτί που δεν μπορούσε να αποσπάσει. Στην συνέχεια ανέφερε στους επισκέπτες του ότι βρέθηκε ο άνθρωπος του Θεού. Οι βασιλείς και ο Αρχιεπίσκοπος τότε δεήθηκαν στον Όσιο να τους επιτρέψει να δουν το χαρτί που είχε στο χέρι του. Μόλις ο αρχειοφύλακας πήρε στο χέρι του το χαρτί, ο Ευφημιανός αντιλήφθηκε ότι πρόκειται για τον υιό του, τον οποίο αναζητούσε χρόνια τώρα, και μεγάλο πένθος έπεσε στην οικογένειά του. Θρήνος μεγάλος και από την γυναίκα του και τη νύφη του.

Ο βασιλεύς Ονώριος και ο Αρχιεπίσκοπος μετέφεραν το τίμιο λείψανο του Οσίου στο μέσο της πόλεως και κάλεσαν όλο τον λαό, για να έλθει να προσκυνήσει και να λάβει ευλογία. Όσοι προσέρχονταν και ασπάζονταν το τίμιο λείψανο, άλαλοι, κουφοί, τυφλοί, λεπροί, δαιμονισμένοι, όλοι θεραπεύονταν. Βλέποντας αυτά τα θαύματα οι πιστοί δόξαζαν τον Θεό. Ήταν τόσος ο κόσμος που προσέρχονταν να δει το τίμιο λείψανο, που δεν μπορούσαν να το μεταφέρουν στο ναό του Αγίου Βονιφατίου για να το ενταφιάσουν. Έριξαν ακόμη και χρυσό και άργυρο στον κόσμο για να του αποσπάσουν την προσοχή, αλλά μάταια. Όταν πια μεταφέρθηκε το τίμιο λείψανο στο ναό, για επτά ημέρες εόρταζαν πανηγυρικά και στην εορτή συμμετείχαν οι γονείς και η νύφη. Στη συνέχεια τοποθετήθηκε το τίμιο λείψανο σε θήκη φτιαγμένη από χρυσό, άργυρο και πολύτιμους λίθους. Αμέσως άρχισε να ευωδιάζει και να αναβλύζει μύρο, το οποίο και έγινε ίαμα και θεραπεία για όλους".

Ακούσατε , αγαπητοί μου, την θυσία και τον έρωτα και την μέχρι ορίων "τρέλας" αφοσίωση και αγάπη του ανθρώπου του Θεού; Ακούσατε για την μεγάλη του θυσία και αγάπη τί χάρη και τί τιμή έλαβς από τον Θεό; Για την υπομονή του και την ξενιτεία του τί έχετε να πείτε; Για την εγκαρτέρηση και προσευχή του; Για την μέχρι θανάτου απλότητα και ταπείνωση και λαθότητα;

Τιμώντας τον άγιο Αλέξιο, αδελφοί μου, η Εκκλησία δεν μας ζητά να αφήσουμε τα σπίτια και την οικογένεια μας και να ξενιτευτούμε και να ταπεινωθούμε έτσι. Γιατί ο Κύριος για τον καθένα από μας, πού αποτελεί μοναδική και ανεπανάληπτη περίπτωση έχει ετοιμάσει ιδιαίτερι δρόμο και μυστικό σταυρό σωτηρίας. Ο δυνάμενος χωρείν χωρείτω. Άλλος επιδεικνύει υπομονή στα οικογενειακά, άλλος στην εργασία, άλλος ασκείται στην προσευχή και την αγρυπνία, άλλος υπομένει την χλεύη και τους πειρασμούς των ανθρώπων, άλλος αντιμετωπίζει την αρρώστια και τον θάνατο και άλλες μεγάλες και θαυμαστές ευεργεσίες και επισκέψεις του Θεού.

Όμως καλούμαστε να συναχθούμε και να μιμηθούμε τις αρετές του αγίου, κατά την δύναμη και το μέτρον αυτού έκαστος. Να ασκηθούμε στην υπομονή και την προσευχή και την ξενιτεία μέσα στον κόσμο και την απάθεια στους πειρασμούς και την δοξολογία προς τον Θεό μέσα σε κόλαση και κάμινο ανυπόφορη και να βρούμε εντός μας κάποιο ίχνος θεϊκού έρωτος, αληθινού και όχι συναισθηματικού και ψεύτικου, αλλά τέτοιου έρωτος πού οταν τον καλλιεργήσουμε με πνευματική καθοδήγηση και άσκηση , θα αποκτήσουμε την τέλεια και τελειωτική αγάπη προς τον Θεό μας, αλλά και τους άλλους.

Το στάδιον των αρετών , το οποίο διανύουμε είναι ο πλέον πρόσφορος καιρός για εσωτερικό ψάξιμο και λήψη αρχής προς την κατά Θεόν πολιτεία και τελείωση ΑΜΗΝ





σημ. ο βίος του αγίου είναι παρμένος αυτολεξεί από το athos.edo.gr



Δεν υπάρχουν σχόλια: