«ταύτα παράθου πιστοίς ανθρώποις, οίτινες ικανοί έσονται και ετέρους διδάξαι»(Τιμ.Β΄2)

Τετάρτη 28 Ιουλίου 2010

Εις τον άγιον μεγαλομάρτυρα και ιαματικό Παντελεήμονα(27 Ιουλίου)


του Αρχιμ. Νικοδήμου Παυλόπουλου

Καθηγουμένου Ι. Μ. Αγίου Ιγνατίου - Λειμώνος Λέσβου

από το βιβλίο του «Εορτοδρόμιον»

***

Ιαματικόν Παντελεήμων

«Δεύτε φιλομάρτυρες, ομοφρόνως άπαντες ευφημήσωμεν,

τον Χριστού Αθλοφόρον,

τον υπέρ της ευσέβειας καλώς αγωνισάμενον».

Σήμερα, αγαπητοί μου αδελφοί, τιμούμε και στεφανώνομε με ύμνους και ωδές πνευματικές το μεγαλομάρτυρα του Χριστού και γενναίο της πίστεως αθλητή Παντελεήμονα τον ιαματικό και ανάργυρο. Υπήρξεν ο άγιος Παντελεήμων και παραμένει για όλες τις νέες των ανθρώπων πρότυπον ενάρετου βίου και δράσεως ιεραποστολικής και παράδειγμα ευθαρσούς ομολογητού και υπερασπιστού της διωκομένης αγίας χριστιανικής πίστεως. «Εξ απαλών ονύχων» η ευσεβής μητέρα του Ευβούλη επέδρασε στην εύπλαστη ψυχή του και εφύτευσε το χριστιανικό σπόρο, ο όποιος χωρίς καθόλου να ενοχληθή από ειδωλολάτρη πατέρα του ερίζωσεν, εβλάστησεν, άνθισε και εκαρποφόρησε και σε πίστι και σε έργα χριστιανικά».

Ιδιαίτερα όμως επέδρασε στην ψυχή του ο άγιος ιερέας Ερμόλαος, ο όποιος και τον εβάπτισε, χωρίς να το ξέρη ο πατέρας του όταν ετελείωνε τις ιατρικές σπουδές. Μετά τις σπουδές του επρόσφερε τις επιστημονικές του γνώσεις και τις υπηρεσίες του απολύτως δωρεάν στους πάσχοντες από βαρείες ασθένειες ανθρώπους και γι΄ αυτό ανάργυρος βραβεύτηκεν από το Θεό με το χάρισμα να γιατρεύη δια της προσευχής του και θαυματουργικά τις ανίατες ασθένειες, τις οποίες αδυνατούσεν η ιατρική επιστήμη να θεραπεύση.

Και με το χάρισμα του το ιαματικό προσείλκυσε στο Χριστό και ειδωλολάτρη πατέρα του όταν μπροστά του εθεράπευσεν ένα παιδί τυφλό. Έτσι ο πατέρας με τον υιό συναγωνίζονταν σε έργα αγάπης φιλανθρωπίας και εμοίρασαν τη μεγάλη τους περιουσία στους φτωχούς. Το χάρισμα του όμως το ιαματικό και θαυματουργικό επειδή πολύ εθαυμαζόταν και συζητιόταν από τους «τεθεραπευμένους» ετράβηξε και την προσοχή του οργίλου και μανιακού διώκτη των χριστιανών αυτοκράτορα Διοκλητιανού, ο όποιος και καθυπέβαλε τον άγιο σε μαρτύρια και «ανοίπιστα» κολαστήρια.

Επίεζε στην αρχή τον άγιο να ειπή ότι τα θαύματα του τα ενεργεί με τη δύναμι και τη βοήθεια του Ασκληπιού του ειδωλολατρικού θεού και τον παρακινούσε με κολακείες και υποσχέσεις να επιστρέψη στην ειδωλολατρική θρησκεία, άλλ' ο «γενναιόφρων» αγέροχα και με παρρησία απαντούσε στον αυτοκράτορα με τα λόγια του αγίου Πολυκάρπου: «κάλει αμετάθετος γαρ ημίν ή από των κρειττόνων επί τα χείρω μετάνοια καλόν δε μετατίθεσθαι από των χαλεπών επί τα δίκαια».

Ας μας προσκαλής — του είπε —όσο θέλεις μάταια, γιατί εμείς οι χριστιανοί είναι αδύνατο να στραφούμε από τα καλλίτερα στα χειρότερα, είναι δε σωστό να στρέφεται κανείς από τα κακά στα καλά και τα δίκαια.

Και αφού και οι θωπείες και οι κολακείες και οι υποσχέσεις και οι εντολές του αυτοκράτορα δεν έπιασαν, διέταξε βασανιστήρια σωματικά πιστεύοντας ότι έτσι θα έσπαγε την ακαμψία και αγερωχία του νεαρού χριστιανού γιατρού και ότι έτσι θα εκέρδιζε στην ειδωλολατρία ένα ικανό στέλεχος.

Ο άγιος όμως διετήρησεν άσβεστη τη φλόγα της αγάπης του προς το Χριστό και συνεχώς σ' εκείνον έστρεφε τα μάτια της ψυχής του, και τον αισθανόταν πλησίον του και μεγάλην από εκείνον έπαιρνε δύναμι και καρτερία ώστε και θαρραλέα υπέφερε τα βασανιστήρια και θαυματουργικά σώθηκε από την κατακρεούργησι του σώματος του με σιδερένια νύχια και από την κατάκαυσι των σαρκών του με αναμμένες λαμπάδες και από το καζάνι με το βραστό λάδι και από τα πεινασμένα θηρία στα οποία τον έρριξαν. Τελευταία δε καταδικάστηκε στον δι' αποκεφαλισμού θάνατο και η αγία του κεφαλή αποκόπηκε από το τίμιο του σώμα αφού — ω του θαύματος — έτρεξεν όχι αίμα από το λαιμό του άλλα γάλα προς κατάπληξιν όλων των παρευρισκομένων.

Αυτός υπήρξεν αγαπητοί μου αδελφοί, σε λίγες και αδρές γραμμές ο άγιος και ένδοξος μεγαλομάρτυς και ιαματικός Παντελεήμων. Ας αποφασίσωμεν όμως όχι μόνο το θαυμασμό και τον εορτασμό της μνήμης και των θαυμάτων του, αλλά τη μίμησι του παραδείγματος του.

Όπως εκείνος δηλαδή αγαπούσε το Χριστό περισσότερο και από τη ζωή του έτσι και εμείς ας αγαπούμε το Χριστό και το άγιο θέλημα Του, και τη νηστεία και την προσευχή, και την ελεημοσύνη και τη λατρεία και κάθε αρετή να πραγματώνωμε και μάλιστα με αγώνα και κόπο και θυσία για να δείξωμε στο Θεό ότι προς χάρι του θυσιάζομε το δικό μας αμαρτωλό θέλημα, και όταν ακούμε τους άλλους να υβρίζουν τα θεία και το υπερύμνητο του Χριστού μας όνομα ας παίρνωμε το θάρρος και ας υπερασπίζωμε την προσβαλλόμενη πίστι μας, υμνώντας μάλιστα το βλασφημούμενο του Κυρίου όνομα.

Δυστυχώς και σήμερα και καθημερινά ακούμε ύβρεις και βλασφημίες και όταν εμείς στις συζητήσεις μας ομολογούμε με θάρρος την πίστι μας προς τον βλασφημούμενο Κύριο μαρτυρούμε και εμείς προς χάριν του, και όταν στο έγκλημα, την απάτη και την κακότητα εμείς αντιτάσσωμε το φωτεινό μας παράδειγμα, πάλι μαρτυρούμε χάριν του Χριστού και αναδεικνυόμεθα ομολογηταί και απολογηταί και άξιοι εορτασταί του Μεγαλομάρτυρα αγίου Παντελεήμονα,

Μας βεβαιώνει για τούτο ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς: «ει τοίνυν — λέγει — η προς Θεόν ομολογία μαρτυρία εστί, πάσα η καθαρώς πολιτευσαμένη ψυχή μετ' επιγνώσεως Θεού η ταις εντολαίς επακηκοϋία μάρτυς εστί και βίω και λόγω». Δηλαδή, αφού η ομολογία του Θεού είναι σαν το μαρτύριο, κάθε άνθρωπος πού ζή ορθά, με θείον επίγνωσι και έχει τηρήσει τις εντολές είναι μάρτυς και με τη ζωή του και με τους λόγους του.

Ας αγαπήσωμε λοιπόν αδελφοί από ψυχής, όπως ο άγιος Παντελεήμονας το Χριστό, και ας βλέπωμε πάνω από το συμφέρον μας το συμφέρον των πολλών.


ΖΩΗΦΟΡΟΣ

Δευτέρα 19 Ιουλίου 2010

Προφήτης Ηλίας, ο ζηλωτής και πυρίπνους


Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα

Έζησε γύρω στα 816 π.Χ. και προφήτευσε εικοσιπέντε χρόνια. Καταγόταν από την φυλή του Ααρών και από την πόλη Θέσβη, η οποία είχε δοθή από τον Θεό στους Ιερείς. Ήταν ζηλωτής, και με την προσευχή του έκανε πολλά θαύματα. Όταν ο Χριστός μετεμορφώθη στο Όρος Θαβώρ, ήταν εκεί παρών μαζί με τον Μωϋσή. “Και ιδού δύο άνδρες συνελάλουν αυτώ, οίτινες ήταν Μωϋσής και Ηλίας, οι οφθέντες εν δόξη έλεγον την έξοδον αυτού, ήν έμελλε πληρούν εν Ιερουσαλήμ” (Λουκ. θ’, 30-31).

Ο Προφήτης Ηλίας ήταν ζηλωτής και πυρίπνους. Είχε ζήλο Θεού “κατ’ επίγνωσιν”, διότι υπάρχει και ζήλος χωρίς επίγνωση, ο οποίος δημιουργεί μεγάλα προβλήματα στο Σώμα της Εκκλησίας και γενικότερα της κοινωνίας. Ο αληθινός ζήλος είναι αυτός που συνδέεται με την πνευματική ζωή και τον εσωτερικό αγώνα που κάνει ο άνθρωπος για να καθαρθή από τα πάθη, να συναντήση τον Θεό και να αποκτήση κοινωνία μαζί Του. Αυτή η διδασκαλία φαίνεται καθαρά στα Πατερικά κείμενα και στην Ορθόδοξη υμνογραφία. Στο πρώτο κάθισμα της Λιτής του Εσπερινού της Εορτής του Προφήτη Ηλία ψάλλουμε: “Ηλίας ο ζηλωτής και των παθών αυτοκράτωρ ... ούτος γαρ εν σώματι άγγελος και άσαρκος άνθρωπος δέδεικται τοις κατορθώμασιν ...”. Ο αληθινός ζηλωτής είναι εκείνος που μπορεί να κυβερνά τα πάθη του και όχι αυτός που άγεται και φέρεται από αυτά. Αυτός που με τα πνευματικά του κατορθώματα έχει γίνει εφάμιλλος των αγίων αγγέλων και, ενώ ζη στην γή, πολιτεύεται στον ουρανό. Είναι άγγελος με σώμα και άνθρωπος χωρίς σάρκα, δηλαδή χωρίς το σαρκικό φρόνημα. Τί σημαίνει σαρκικό φρόνημα μας το εξηγεί ο Απόστολος Παύλος στην Α’ προς Κορινθίους επιστολή του: “Έτι γαρ σαρκικοί εστε· όπου γαρ εν υμίν ζήλος (=ζήλεια) και έρις, ουχί σαρκικοί εστε και κατά άνθρωπον περιπατείτε;” (Α’ Κορ. γ’, 3). Ζήλεια, διχόνοιες, θυμοί και καυγάδες δεν μπορούν να έχουν σχέση με τον Θεό, διότι ο Θεός είναι Αγάπη, είναι Θεός της ειρήνης. Ο Προφήτης Ηλίας, ζώντας στην εποχή και το πνεύμα της Παλαιάς Διαθήκης, εφόνευσε, όπως είναι γνωστό, τους “ιερείς της αισχύνης”, ο Θεός όμως του έδωσε να καταλάβη ότι έκανε λάθος με το παράδειγμα του δυνατού αέρα, του σεισμού, της φωτιάς και της λεπτής αύρας, λέγοντάς του ότι ο Θεός δεν ευρίσκεται στον άνεμο ή στον σεισμό και την φωτιά, αλλά “εν τη φωνή της λεπτής αύρας”, ότι δηλαδή δεν αγαπά την βία, αλλά την ηρεμία, την ειρήνη και την πραότητα (Γ’, Βασιλ. 11-12).

Ο φανατισμός δεν μπορεί να έχη σχέση με τους Ορθοδόξους Χριστιανούς, ούτε με τον πραγματικό ζήλο για τον Θεό. Ο φανατισμός επικρατεί στις θρησκείες και τις οργανώσεις ανθρωποκεντρικού χαρακτήρα, που δημιουργούν κλίμα φανατισμού και πόλωσης, για να δημιουργούν και να διατηρούν οπαδούς. Η Ορθοδοξία δεν είναι θρησκεία, με την έννοια των ανθρωποκεντρικών θρησκειών, αλλά Εκκλησία. Είναι αποκάλυψη του Θεού και όχι ανακάλυψη του ανθρώπου. Δεν έχει οπαδούς, αλλά μέλη, τα οποία είναι όλοι “οι βεβαπτισμένοι και βεβαιόπιστοι”, όσοι έχουν βαπτισθεί στο Όνομα της Αγίας Τριάδος και ζουν ή αγωνίζονται να ζουν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού.

Η ομαδική αποστασία από τον Θεό, που παρατηρείται και στις ημέρες μας, αλλά και η παρουσία πολλών αιρέσεων μας κάνει μερικές φορές να απελπιζόμαστε και να τα βλέπουμε όλα μαύρα, με αποτέλεσμα να οδηγούμαστε στην εξαγωγή λανθασμένων συμπερασμάτων. Ένα από αυτά είναι ότι δεν υπάρχουν σήμερα άγιοι, αυτό όμως δεν είναι αληθινό. Σε κάθε εποχή υπάρχουν άνθρωποι του Θεού, επομένως και στις ημέρες μας. Πάντα υπάρχουν οι αληθινοί προσκυνητές, αυτοί που ζουν με την προσευχή, την ανιδιοτελή αγάπη, την προσφορά και την θυσία. Όταν ο Προφήτης Ηλίας ολιγοψύχησε βλέποντας πολύ κόσμο να τρέχη πίσω από τον ψεύτικο θεό Βάαλ και νόμισε ότι έμεινε μόνος αυτός πάνω στην γη λάτρης και Προφήτης του αληθινού Θεού, ο Θεός του αποκάλυψε ότι υπάρχουν επτά χιλιάδες άνδρες που δεν προσκύνησαν τον Βάαλ, αλλά παρέμειναν πιστοί στον Θεό των Πατέρων τους. Επομένως, χρειάζεται πάντοτε ψυχραιμία και απόλυτη εμπιστοσύνη στον Θεό.

Αληθινοί ζηλωτές είναι αυτοί που συνδυάζουν, όπως ο Προφήτης Ηλίας, τον ζήλο και την αγάπη προς τον Θεό με την προσευχή και την ησυχαστική ζωή. Αυτοί που αποφεύγουν τις ακρότητες, αφού βιώνουν την ταπείνωση του Χριστού, την πραότητα και την εσωτερική ειρήνη. Αυτοί που αισθάνονται πραγματικά και αληθινά την παρουσία του Θεού “εν τη φωνή της λεπτής αύρας”.

Σάββατο 17 Ιουλίου 2010

Κυριακή των αγίων Πατέρων της Δ΄Οικουμενικής συνόδου


Ματθ. 5, 14-19

Τῶν Ἀποστόλων τὸ κήρυγμα, καὶ τῶν Πατέρων τὰ δόγματα, τῇ Ἐκκλησίᾳ μίαν τὴν πίστιν ἐκράτυνεν· ἣ καὶ χιτῶνα φοροῦσα τῆς ἀληθείας, τὸν ὑφαντὸν ἐκ τῆς ἄνω θεολογίας, ὀρθοτομεῖ καὶ δοξάζει, τῆς εὐσεβείας τὸ μέγα Μυστήριον.


π. Χερουβείμ Βελέτζα


Τιμά σήμερα και εορτάζει η αγία μας Εκκλησία τη μνήμη των Αγίων εξακοσίων τριάντα Πατέρων της Τέταρτης Οικουμενικής Συνόδου, που συνεκλήθη το 451 στη Χαλκηδόνα και κατεδίκασε την αίρεση του Μονοφυσιτισμού, που αναγνώριζε στο πρόσωπο του Χριστού, μετά την ένωση της Θείας με την Ανθρώπινη φύση, μόνο την Θεία φύση. Οι Άγιοι Πατέρες, παραμένοντας πιστοί στις Αποστολικές Παραδόσεις και στους πριν από αυτούς Πατέρες της Εκκλησίας, αντέκρουσαν αυτή την πλάνη και ομολόγησαν την αυθεντική πίστη της Εκκλησίας και της Αγίας Γραφής: ότι δηλαδή ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, και ότι οι δύο φύσεις δεν συγχέονται, δεν έχουν υποστεί αλλοίωση, δεν διαιρούνται και δεν χωρίζονται, τόσο κατά την Ενανθρώπηση όσο και μετά από αυτή, αλλά διατηρεί η καθεμιά τα δικά της ιδιαίτερα γνωρίσματα και ιδιότητες, και συμμετέχουν και οι δύο στο έργο της σωτηρίας του κόσμου.

Για τον λόγο αυτό, για την προσήλωση δηλαδή των Αγίων Πατέρων στις ευαγγελικές και Αποστολικές παραδόσεις και επειδή με τη συμβολή τους αποτελούν τους νοητούς φάρους της Θεολογίας και γενικότερα της Εκκλησίας, τους τιμά σήμερα η Εκκλησία μας, και στο ανάγνωσμα από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, ακούσαμε ένα απόσπασμα από την επί του Όρους Ομιλίας του Χριστού, ο οποίος μας λέει τα εξής: “ Εσείς είστε το φως του κόσμου. Μια πόλη που βρίσκεται στην κορυφή του βουνού δεν μπορεί να κρυφτεί, ούτε ανάβουν (οι άνθρωποι) το λυχνάρι και το βάζουν κάτω από το δοχείο, αλλά το αναρτούν στο λυχνοστάτη και φωτίζει όλους όσους είναι στο σπίτι. Έτσι να λάμψει και το δικό σας φως στους ανθρώπους, για να δουν τα καλά σας έργα και να δοξάσουν τον Πατέρα σας τον επουράνιο. Μη νομίσετε ότι ήρθα να καταλύσω το νόμο ή τους προφήτες, δεν ήρθα να τους καταργήσω αλλά να τους ολοκληρώσω. Αλήθεια σας λέω, ακόμα κι αν χαθεί ο ουρανός και η γη, από το νόμο δεν δα εκπέσει ούτε ένα γιώτα ή μία οξεία, μέχρι να εκπληρωθούν τα πάντα. Όποιος λοιπόν καταργήσει έστω και μία από τις εντολές τις πιο ασήμαντες και διδάξει έτσι τους ανθρώπους, αυτός θα ονομαστεί ελάχιστος στη Βασιλεία των Ουρανών. Εκείνος πάλι που θα τις εφαρμόσει και θα τις διδάξει, θα κληθεί μέγας στη Βασιλεία των Ουρανών”.

Βλέπουμε ότι ο Χριστός αποκαλεί τους γνήσιους μαθητές Του φως του κόσμου, γιατί όλοι μας έχουμε -ή οφείλουμε να έχουμε- γνώση της Αληθείας, όπως ο ίδιος μας την δίδαξε, αλλά και γινόμαστε κοινωνοί, μέσα από τα Μυστήρια της Εκκλησίας, της φωτιστικής χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Από τη στιγμή δηλαδή που έχουμε μέσα μας αυτόν τον διπλό φωτισμό, γινόμαστε εκείνοι που με τη ζωή τους, με το παράδειγμά τους και με τα λόγια τους, έχουν την δυνατότητα αλλά και την υποχρέωση να φωτίσουν ολόκληρο τον κόσμο. Και αρκεί μόνο το παράδειγμά μας για να διδαχθεί ο υπόλοιπος κόσμος και να γνωρίσει την αλήθεια, χωρίς άλλο ιδιαίτερο κόπο, όπως δεν απαιτείται τίποτα για να είναι εμφανής η πόλη επάνω στο βουνό ή για να φωτίζει ένα λυχνάρι. Γι αυτό και επιμένει ο Χριστός, προτρέποντας όλους μας να φροντίζουμε να κάνουμε ενάρετες πράξεις.

Τα καλά έργα πάλι, δεν είναι ασύνδετα με την ορθή πίστη. Τα έργα για τον πιστό χριστιανό δεν αποτελούν υποχρέωση προς τον Θεό ή προς τους συνανθρώπους, δεν είναι ζήτημα ούτε ηθικής ούτε κοινωνικού ακτιβισμού και εθελοντισμού. Τα καλά έργα, είτε αφορούν την καλλιέργεια των αρετών είτε την αλληλεγγύη προς τον πλησίον, αποτελούν προέκταση και απόρροια της ορθής πίστης, είναι το αποτέλεσμα της πίστεως και του φωτισμού που οφείλουμε ως πιστοί να μετέχουμε. Γι αυτό και ο Χριστός, στο δεύτερο μέρος της σημερινής περικοπής, ορίζει ότι η διδασκαλία Του και οι εντολές Του παραμένουν αναλλοίωτες στον χρόνο. Γιατί η Αλήθεια είναι κάτι το αναλλοίωτο, και για μας τους χριστιανούς η Αλήθεια είναι ο ίδιος ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός, όπως ο ίδιος μας είπε (Ιω. 14, 6).

Επομένως, η τελευταία φράση του σημερινού Ευαγγελίου αποτελεί φυσική συνέπεια των ανωτέρω: εκείνος που με τα λόγια και με τις πράξεις του θα αλλοιώσει ή θα παραχαράξει την Αλήθεια, δεν έχει θέση στη Βασιλία του Θεού, ενώ εκείνος που θα την διατηρήσει αναλλοίωτη, θα κληθεί μέγας.

Αν αυτά τα λόγια αφορούν όλους μας, πολύ περισσότερο έχουν εφαρμογή για τους τους Ποιμένες και Διδασκάλους της Εκκλησίας, τους πνευματικούς δηλαδή καθοδηγητές του λαού του Θεού. Κι ακόμα περισσότερο, από τη στιγμή που οι Άγιοι Πατέρες έδωσαν αγώνες πνευματικούς για να αποτρέψουν την παραχάραξη της αληθινής πίστης, δίκαια η Εκκλησία μας σήμερα τους τιμά και τους μεγαλύνει και ψάλλει: «Ἀποστολικῶν παραδόσεων, ἀκριβεῖς φύλακες γεγόνατε, Ἅγιοι Πατέρες· τῆς γὰρ Ἁγίας Τριάδος τὸ ὁμοούσιον, ὀρθοδόξως δογματίσαντες, Ἀρείου τὸ βλάσφημον συνοδικῶς κατεβάλετε. Μεθ' ὃν καὶ Μακεδόνιον πνευματομάχον ἀπελέγξαντες, κατεκρίνατε Νεστόριον, Εὐτυχέα καὶ Διόσκορον, Σαβέλλιόν τε, καὶ Σεβῆρον τὸν Ἀκέφαλον. Ὧν τῆς πλάνης αἰτήσασθε ῥυσθέντας ἡμᾶς, ἀκηλίδωτον ἡμῶν τὸν βίον, διατηρεῖν ἐν τῇ πίστει δεόμεθα».

ΑΠΛΑ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΑ

Σάββατο 10 Ιουλίου 2010

ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ


Ἀρχιμανδρίτου Νικηφόρου Πασσᾶ Ἱεροκήρυκος Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μεσ. και Λαυρεωτικής


Δύο τάσεις βρίσκουμε στοὺς ἀνθρώπους, ποὺ ὡς αὐτόπτες μάρτυρες παρακολουθοῦν τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ στοὺς τυφλούς, τοὺς κωφούς καὶ δαιμονισμένους τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου. Δύο θέσεις καὶ δύο ἀντιδράσεις σ᾿ αὐτὰ ποὺ ἔβλεπαν καὶ ἄκουγαν ἐτοῦτοι οἱ ἄνθρωποι.

Ἀπὸ τὴν μιὰ μεριὰ αὐτοὶ ποὺ διαλαλοῦσαν πὼς «οὐδέποτε ἐφάνησαν τέτοια θαύματα στὸ ἔθνος μας» καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλοι αὐτοὶ, ἔτοιμοι πάντα νὰ κατηγορήσουν, ἔλεγαν πώς «μὲ τὴ βοήθεια καὶ συνεργία τοῦ ἄρχοντα τῶν διαμονίων, βγάζει ἀπὸ τοὺς πάσχοντες τὰ δαιμόνια».

Ἔλειψαν ἆραγε αὐτὲς οἱ δύο φωνὲς τῶν ἀνθρώπων; Ποτέ! Καὶ τότε στὴν ἐποχὴ τοῦ Χριστοῦ, μὰ καὶ τώρα τὸ ἴδιο πράττουν. Ἄλλοι νὰ δοξολογοῦν, νὰ εὐχαριστοῦν τὸ Θεὸ, καὶ ἄλλοι νὰ βλέπουν μὲ καχυποψία τὰ θαύματά Του καὶ νὰ ἀπιστοῦν καὶ νὰ κατηγοροῦν.

Γιατὶ οἱ ἄνθρωποι πορεύονται καὶ λειτουργοῦν ὅπως τὸ ἐπιτάσσει ἡ καρδιά. Ἐὰν ἡ καρδιὰ εἶναι καθαρὴ, τότε καὶ τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι τὸ ἴδιο. Ἐὰν ἡ καρδιὰ εἶναι πονηρή, ὁ λόγος καὶ οἱ πράξεις θὰ ἐμφοροῦνται ἀπ᾿ αὐτὸ τὸ πνεῦμα. Ἐνῶ ὁ ἁπλὸς λαὸς μὲ τὴν ἀφοπλιστικὴ εἰλικρίνεια του δὲν μπορεῖ νὰ ἀποσιωπήσει αὐτὰ τὰ θαύματα ποὺ βλέπει. Καὶ ὄχι μόνο αὐτό· μὰ ἀβίαστα καὶ φυσικὰ ἐξάγει τὸ συμπέρασμα πὼς ἐτοῦτος ὁ ἄνθρωπος, ποὺ κάνει αὐτὰ τὰ θαυμάσια, πρέπει τουλάχιστον νὰ εἶναι κάτι περισσότερο ἀπ᾿ ὅλους τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους.

Ἀντιθέτως οἱ Φαρισαῖοι, οἱ γνωρίζοντες τὶς Γραφὲς καὶ ἀποτελοῦντες τοὺς αὐστηροὺς τηρητές των, βλέπουν τὰ θαυμάσια τοῦ Χριστοῦ ὡς αὐτόπτες μάρτυρές τους. Αὐτὸ τουλάχιστον δὲν μποροῦν νὰ τὸ ἀμφισβητήσουν. Μὰ ὡς πονηροὶ καὶ ἔχοντες ὄχι καθαρὴ καρδιά, μήτε εἰλικρίνεια, ψάχνουν νὰ βροῦν κάτι, γιὰ νὰ κατηγορήσουν. Καὶ φυσικὰ βρίσκουν πὼς ὁ Χριστός «μὲ τὴ βοήθεια καὶ συνεργία τοῦ ἄρχοντος τῶν διαμονίων βγάζει ἀπὸ τοὺς πάσχοντες τὰ διαμόνια».

Τὸ μῖσος ὅμως ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ κακότητά τους, τοὺς ὁδηγοῦν σὲ ἐσφαλμένες διαπιστώσεις. Δηλαδή, διαπιστώνουν πὼς ὁ Χριστὸς θεραπεύει τοὺς πάσχοντες ἀπὸ τὰ δαιμόνια, μὲ τὴ βοήθεια τῶν δαιμόνων. Μὰ ἐτούτη ἡ συσχέτιση εἶναι ὁλωσδιόλου παράλογη. Γιατὶ ἁπλά, τὸ ἔργο τοῦ διαβόλου εἶναι νὰ βλάπτει τοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ τοὺς ὁδηγεῖ στὴν ἁμαρτία καὶ παρανομία. Πῶς εἶναι λοιπὸν δυνατὸν ὁ διάβολος νὰ συνεργαστεῖ μετὰ τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὸ καλὸ τῶν ἀνθρώπων;

Πόσο χαρακτηριστικὰ τὸ περιγράφει αὐτὸ τὸ θέμα ὁ σχολιαστὴς Ζιγαβηνός. Νὰ τὶ λέγει μεταξὺ ἄλλων: «Προσφιλὲς δὲ ἔργο στὸ διάβολο εἶναι νὰ βλάπτει ἐσαεὶ τοὺς ἀνθρώπους, νὰ τοὺς ὁδηγεῖ πρὸς κάθε ἁμαρτία, νὰ τοὺς ἀπομακρύνει ἀπὸ τὸ Θεό. Ἐνῶ ἔργο τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ ἀκριβῶς ἀντίθετο· νὰ εὐεργετεῖ πάντα τοὺς ἀνθρώπους, διδάσκοντας αὐτοὺς πᾶσαν ἀρετὴ καὶ νὰ τοὺς ὁδηγεῖ πρὸς τὸ Θεό».

Μπορεῖ λοιπὸν νὰ ἔχει κάποια σχέση ὁ Χριστὸς μὲ τὸ διάβολο; Καὶ ὡς ἐπακόλουθο αὐτῆς τῆς σχέσεως, νὰ προκύπτει συνεργασία μετ᾿ αὐτοῦ; Ἐτοῦτο τουλάχιστον εἶναι βλάσφημο καὶ ἑωσφορικό. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐκεῖνοι ποὺ τὸ ἐπενόησαν ἦταν πονηροὶ καὶ φορεῖς διαβολικῶν θέσεων.

Ὁ Χριστὸς ἔχει ἕνα συγκεκριμένο ἔργο νὰ ἐπιτελέσει. Νὰ διδάξει τοὺς ἀνθρώπους τὸ Εὐαγγέλιο τῆς Βασιλείας Του καὶ νὰ θεραπεύει κάθε ἀσθένεια τοῦ λαοῦ. Γι᾿ αὐτὸ ἔρχεται ὡς εὐεργέτης τῶν ἀνθρώπων, ἐπιδιώκοντας τὴν σωτηρία τους καὶ ὄχι τὴν ἀπώλειά τους.

Χαρακτηριστικὰ ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος στὸ Εὐαγγέλιο του τονίζει τὰ ἀκόλουθα: «καὶ περιήρχετο ὁ Χριστὸς ὅλες τὶς πόλεις καὶ τὰ χωριά, διδάσκων ... καὶ κηρύττων τὸ χαρμόσυνο κήρυγμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ θεραπεύων κάθε ἀσθένεια καὶ ἀδιαθεσία μεταξὺ τοῦ λαοῦ».

Ὁ Χριστὸς εὐεργετεῖ, γιατὶ ἀγαπᾶ καὶ ἰδιαιτέρως ἐκείνους τοὺς παραμελημένους ἀπὸ κάθε φροντίδα πνευματικῆς διδασκαλίας· τοὺς ἐγκατελειμμένους καὶ καταβεβλημένους ἀπὸ τοὺς κόπους τῆς ἡμέρας. Αὐτὰ τὰ λογικὰ πρόβατα, τὰ δίχως ποιμένα, ποὺ ἀναζητοῦν τόπο πνευματικῆς βοσκῆς καὶ διδασκαλίας Εὐαγγελικῆς.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, τὸ νὰ πολεμοῦμε τὴν ἀλήθεια, νὰ κατηγοροῦμε τὸ σωστό, νὰ διαστρεβλώνουμε τὰ θαυμαστὰ γεγονότα, νὰ μειώνουμε τὸ καλὸ καὶ σωτήριο γιὰ τὸν ἄνθρωπο ἔργο τοῦ Χριστοῦ, εἶναι βλάσφημο καὶ διαβολικό. Ὅπως ἔκαναν οἱ Φαρισαῖοι στὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου. Γι᾿ αὐτὸ καὶ μᾶς εἶναι ἀσυμπαθεῖς, ἀποκρουστικοί, ὡς φορεῖς διαβολικῶν σκέψεων καὶ θέσεων.

Ἐνῶ, ἂν εἴμαστε μὲ τὴν ἀλήθεια, ἂν στηρίζουμε τὸ σωστό, ἂν διαλαλοῦμε τὸ εὐεργετικὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ, αὐτὸ εἶναι καὶ εὐλογημένο καὶ θεϊκό. Γιατὶ ὅ,τι ἀφορᾶ στὴν ἀλήθεια, ἀφορᾶ στὸν ἴδιο τὸ Θεό. Ὁ Θεὸς εἶναι ἀλήθεια, διδάσκει τὴν ἀλήθεια καὶ ζητεῖ νὰ ἀγωνιζόμαστε γι᾿ αὐτήν.

Νὰ τί λέγει τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ στὸ βιβλίο τῆς Σοφίας Σειρὰχ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη: «ἕως τοῦ θανάτου νὰ ἀγωνίζεσαι ἄνθρωπε γιὰ τὴν ἀλήθεια καὶ ὁ Κύριος ὁ Θεὸς θὰ εἶναι μαζί σου καὶ θὰ πολεμήσει ὑπέρ σου!».


πηγή:imml.gr

Σάββατο 3 Ιουλίου 2010

Κυριακή ΣΤ Ματθαίου:Ο Χριστός, ο ξένος και οικείος



Το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα άρχισε με την φράση «εμβάς ο Ιησούς εις πλοίον διεπέρασεν και ήλθεν εις την ιδίαν πόλιν», δηλαδή ο Χριστός μπήκε μέσα σε ένα πλοίο και ήλθε στην πόλη Του. Ο Χριστός έζησε με τους ανθρώπους της εποχής Του, χρησιμοποιούσε τα μεταφορικά μέσα της εποχής εκείνης και είχε και την πόλη Του. Έζησε όπως όλοι μας, χωρίς όμως να πράξη κάποια αμαρτία, γιατί ήταν Θεάνθρωπος και τελείως αναμάρτητος.

Σε ποιά πόλη αναφέρεται ο Ευαγγελιστής και ποιά πόλη εθεωρείτο ως «ιδία πόλις» του Χριστού; Πρόκειται για την Καπερναούμ. Ο ιερός Χρυσόστομος λέγει ότι η Βηθλεέμ εγέννησε τον Χριστό, η Ναζαρέτ τον έθρεψε και η Καπερναούμ τον είχε διαρκώς οικούντα. Όμως, παντού ο Χριστός είχε προβλήματα, αφού στην Βηθλεέμ γεννήθηκε μέσα σε έναν σταύλο, στην Ναζαρέτ αντιμετώπισε την μανία των συμπατριωτών του που αποπειράθηκαν να τον γκρεμίσουν από ένα βουνό και στην Καπερναούμ δεν τον δέχθηκαν, καίτοι έκανε πολλά θαύματα εκεί, γι’ αυτό και είπε: «Και συ Καπερναούμ, η έως του ουρανού ανυψωθείσα, έως άδου καταβιβασθήση» (Ματθ. ια , 23).

Ο Χριστός ήλθε στον κόσμο, αλλά οι άνθρωποι δεν τον κατάλαβαν και ζούσε ως ξένος πάνω στην γη. Έτσι, είχε πόλη δική Του, αλλά τελικά δεν είχε ούτε σπίτι να μείνη. Η ζωή Του ως ανθρώπου άρχισε στην φάτνη και έφθασε μέχρι το Γολγοθά και το μνημείο το καινό, από όπου αναστήθηκε. Υπάρχει ένα καταπληκτικό τροπάριο το οποίο ψάλλεται κατά την περιφορά του Επιταφίου την Μ. Παρασκευή. Ο ιερός υμνογράφος παρουσιάζει τον Ιωσήφ να πλησιάζη τον Πιλάτο και ζητώντας το σώμα του Χριστού να λέγη: «Δος μου αυτόν τον ξένον, ο οποίος ως ξένος που ήταν ζούσε στον κόσμο ως ξένος. Δος μου αυτόν τον ξένον τον οποίο οι ομοεθνείς του από μίσος τον θανάτωσαν ως ξένον. Δος μου αυτόν τον ξένον τον οποίον οι Εβραίοι τον θανάτωσαν από φθόνο και τον αποξένωσαν από τον κόσμο. Δος μου αυτόν τον ξένον για να τον κρύψω στον τάφο, γιατί ως ξένος που είναι δεν έχει που να κλίνη την κεφαλή του». Ο Χριστός έζησε ως ξένος στον κόσμο αυτόν, αλλά το έργο Του είναι παγκόσμιο, αφορά ολόκληρο τον κόσμο.

Από αυτό φαίνεται ότι ο Χριστός προσλαμβάνει κάθε ξένον και τον αναπαύει. Είναι γνωστή η περικοπή της Μελλούσης Κρίσεως, στην οποία θα πη στους δικαίους ανθρώπους: «Ξένος ήμην και συνηγάγετέ με» και το αντίθετο στους μη σεσωσμένους. Πρέπει να βοηθούμε τους ξένους σαν να το κάναμε στον Ίδιο τον Χριστό.

Πέρα από αυτό μπορούμε να πούμε ότι σήμερα ιδιαίτερη «πόλη» του Χριστού είναι η Εκκλησία Του, μέσα στην οποία κάνει τα θαύματά Του και ενεργεί τις νεκραναστάσεις των ανθρώπων. Η Εκκλησία είναι επίγεια και ορατή, αλλά και ουράνια και αόρατη. Αυτή είναι η πραγματική πόλη του Θεού. Και εμείς ζούμε μέσα στην πόλη του Χριστού, την αγία Του Εκκλησία, με τα μυστήρια και όλη την ζωή της και θα πρέπη να φροντίζουμε να μη περιφρονούμε τον Χριστό, αλλά να τον θεωρούμε οικείο, και να δεχόμαστε την ζωοποιό παρουσία Του.

Ο Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ