«ταύτα παράθου πιστοίς ανθρώποις, οίτινες ικανοί έσονται και ετέρους διδάξαι»(Τιμ.Β΄2)

Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ΄ ΛΟΥΚΑ 1-12-2013


«τι σοι θέλεις ποιήσω;»

Αγαπητοί μου  αδελφοί,
Στις απεγνωσμένες παρακλητικές κραυγές του τυφλού της  σημερινής ευαγγελικής περικοπής, έρχεται ο Μέγας ο Ιατρός, της  ψυχής  και του σώματος, και ερωτά «τί θέλεις να σου κάμω;» και εκείνος του λέγει «Κύριε, θέλω να αποκτήσω το φώς μου».
Δεν ζήτησε χρήματα, αλλά ζήτησε από το Φώς της ζωής το φως των οφθαλμών του. Δεν θέλω και δεν ζητώ άλλα επίγεια αγαθά, θέλω μόνο το φώς μου, θέλω να δω τον ωραίο τούτο κόσμο, που το πανσθενές χέρι του Θεού δημιούργησε δια τον άνθρωπο.
Και ο Κύριος που είδε την πίστη του τυφλού αυτού ανθρώπου του λέγει: «ανάβλεψον, η πίστις σου σέσωκέ σε». Και ο ποτέ τυφλός απέκτησε το φως του, δια του οποίου είδε το αληθινό φώς, το φως της σωτηρίας του, είδε με τα μάτια του σώματός του τον Κύριο, και «ηκολούθει  αυτώ  δοξάζων τον Θεόν», σε απάντηση όλων εκείνων που τον μάλωναν να  σιωπήσει και να  μη  ενοχλεί τον Κύριο.
Η χριστιανική πίστη, που είναι αλήθεια, φως και ζωή, καταδιώχθηκε και καταδιώκεται από την κακία πολλών ανθρώπων, οι οποίοι δεν θέλουν να επικρατήσει στον κόσμο η αγάπη, η αλήθεια, το φώς, αλλά επιζητούν και επιδιώκουν το σκοτάδι, την ανομία, το ψεύδος.
Οι της ανομίας και του σκοταδισμού αυτοί άνθρωποι, θέλοντας να κάνουν τους προοδευτικούς με τις διάφορες θεωρίες τους, συσκοτίζουν και φανατίζουν πολλούς χριστιανούς, οι δε διδασκαλίες τους πόρρω απέχουν από την χριστιανική αλήθεια.
Το μίσος και η κακία τους κατά της αληθούς πίστης είναι τόσο εμπαθής, που χωρίς φόβο και πάθος διακηρύττουν ότι η εποχή αυτή είναι εποχή της προόδου και της επιστήμης, είναι εποχή των φώτων, των τεχνών και των ηλεκτρονικών επιτευγμάτων και κατά ακολουθία δεν πρέπει ο άνθρωπος να δέχεται τις θρησκευτικές αρχές.
Έτσι, χλευάζεται από τους νεωτεριστές σοφιστές η χριστιανική αλήθεια του Ευαγγελίου και περιφρονούνται οι ωραίες εκείνες χριστιανικές διδασκαλίες και παραδόσεις των αοιδίμων μεγάλων Πατέρων και Διδασκάλων της επί γης στρατευομένης του Χριστού Εκκλησίας, όπως περιφρονήθηκε και χλευάστηκε από το πλήθος ο τυφλός του σημερινού ευαγγελικού αναγνώσματος· «και οι προάγοντες επετίμων αυτόν ίνα σιωπήσει».
Οι άσοφοι αυτοί νεωτεριστές, υπό το πρόσχημα της επιστήμης και της ελευθερίας των ιδεών, εισάγουν νέες αρχές και νέα ήθη ως δείγμα δήθεν πολιτισμού και προόδου των κοινωνιών.
Οι μη έχοντες μέσα τους τον Χριστό και ζώντες ουχί την κατά Χριστό ζωή και αλήθεια, οι των μύθων εραστές, η διδασκαλία τους είναι διδασκαλία τύφλωσης, είναι θάνατος πνευματικός, τουτέστι χωρισμός από τον μόνον αληθινό Θεόν και  «ον απέστειλας εις  κόσμον  Ιησούν Χριστόν».
Εκείνοι που προσπαθούν να διαστρέψουν με τις δικές τους θεωρίες, με τις δικές τους ανόητες διδασκαλίες «τας οδούς Κυρίου τας ευθείας» και  επιζητούν με μέσα απατηλά στις ημέρες μας να εμποδίσουν να λάμψει η αλήθεια, το φώς και η ζωή, αυτοί είναι όργανα του Διαβόλου. Δια τούτο ο Κύριος λέγει: «ουαί τω ανθρώπω εκείνω δι ού το σκάνδαλον έρχεται».
Αγαπητοί μου αδελφοί,
Πολλοί είναι οι κίνδυνοι της σωτηρίας της ψυχής μας κατά την σημερινή πεπολιτισμένη εποχή - που ζούμε, κινούμεθα και υπάρχουμε -  και είναι γεγονός ότι «διαβαίνομεν εν μέσω παγίδων πολλών».
Δυστυχώς πολλοί κύνες μας έχουν κυκλώσει και προσπαθούν να μας  κατασπαράξουν. Λύκοι με ένδυμα προβάτου περιάγουν τους δρόμους και τις πλατείες και τις οικίες μας και επιζητούν έναν προσήλυτο.
Όπου και να στρέψουμε το βλέμμα μας υπάρχουν κίνδυνοι, βάραθρα και παγίδες πολλές. Ξενόφερτες διδασκαλίες μα και θεωρίες καθημερινώς ακούγονται τη δε κακείσε, που σκοπό έχουν να παραποιήσουν και να διαστρεβλώσουν την αλήθεια του Ευαγγελίου.
Και εμείς, σε αυτή την απατηλή επιδρομή, σε αυτή τη λαίλαπα της αθεΐας, πως πρέπει να αντιδράσουμε ως χριστιανοί; τί πρέπει να κάμουμε ούτως ώστε να μην πέσουμε στις παγίδες του Διαβόλου;
Αυτό που  πρέπει να κάνουμε είναι να οπλιστούμε ως «θώρακα» με τα ισχυρά όπλα την πίστη και την προσευχή, και ως ο τυφλός ας φωνάζουμε συνεχώς και αδιαλείπτως: «Ιησού, υιέ Δαυΐδ, ελέησόν με».
Αγαπητοί μου αδελφοί,
Ως ο τυφλός της σημερινής ευαγγελικής περικοπής ας επιμείνουμε και εμείς να γνωρίσουμε το φως, την ζωή, την αλήθεια, που είναι ο μόνος αληθινός Θεός, και αγωνιζόμενοι τον αγώνα το καλό, τον ωραίο και τον ηθικό, ας βαδίζουμε το δρόμο της αρετής, «ουχί ως άσοφοι άλλως σοφοί, εξαγοραζόμενοι τον καιρόν ότι αι ημέραι πονηραί εισί»· δια να ακούσουμε και εμείς από τον Θεάνθρωπο Ιησού το «τί σοι θέλεις ποιήσω;» και το «ανάβλεψον, η πίστις σου σέσωκέ σε». ΑΜΗΝ.         Ο Λ.Κ.Α.Π.

Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2013

Λόγος στη γιορτή της Υπεραγίας Δέσποινάς μας Θεοτόκου όταν οδηγήθηκε από τους γονείς της στον Ναό





Θεοφυλάκτου Αρχιεπισκόπου Αχρίδος

Στον ναό προσφέρουν στον Δεσπότη αφιέρωμα ζωντανό που κινείται και στον οίκο του Θεού προστίθεται ωραιότητα και ο τόπος του ναού κληρώνεται σαν κατοικητήριο της δόξας —πράγμα που και ο Δαβίδ παραδέχεται ότι επιθυμεί, αλλά δεν αξιώνεται να το δει με τα μάτια του. Και ξεχνά η παιδούλα το πατρικό της σπίτι και οδηγείται στον βασιλιά, που επιθύμησε το κάλλος της.
Οδηγείται με τη θέλησή της, με τιμές και δόξα, με λαμπρή πομπή βγαίνει από το σπίτι της, ενώ όλοι χειροκροτούν εγκωμιαστικά την έξοδο. Συνοδεύουν τους γονείς της όλοι οι συγγενείς, οι γείτονες, οι φίλοι. Οι πατέρες συνοδεύουν χαρούμενα τον πατέρα κι οι μητέρες τη μητέρα, οι κοπέλλες και οι νεαρές κρατώντας λαμπάδες συμπορεύονται με την κόρη του Θεού σαν ένας κύκλος αστεριών φωτεινών γύρω από τη σελήνη κι όλη η Ιερουσαλήμ μαθαίνει το γεγονός και παρακολουθεί την πρωτοφανή αυτή πομπή, δηλαδή ένα κοριτσάκι τριών ετών να περιστοιχίζεται με τόση δόξα, να τιμάται με τόση λαμπαδηφορία. Όταν έφτασαν στον ναό, τους περίμενε και τους χαιρετούσε με ψαλμωδίες όλη η ιερατική τάξη και ο ίδιος ο αρχιερέας συγκινούνταν από το θαύμα αυτό και μάλιστα περισσότερο από όλους, επειδή ήταν θεόπνευστος.
Οι γονείς οδηγούν σ’ αυτόν την κόρη, που την εμπιστεύονται και διηγούνται τα σχετικά με τη στείρωση της Άννας και την υπόσχεση που έλαβαν σ’ αυτό το θέμα και γενικά παραδέχονται πως υπερβαίνει τις δυνάμεις τους η ανατροφή της κόρης. Επειδή ήταν πολύ αγαπητή από τον Θεό, έπρεπε και η ανατροφή της να είναι ανάλογη, ώστε ένα μαργαριτάρι τόσο λαμπρό και σπάνιο να μη ραφτεί πάνω σ’ ένα φτηνό και τιποτένιο ύφασμα, αλλά σ’ ένα βασιλικό ένδυμα, για να το στολίσει και να το αναδείξει πάρα πολύ.
Ο αρχιερέας εκείνη τη στιγμή μάλλον έπεσε σε έκσταση, καταλείφθηκε από το πνεύμα του Θεού και διέγνωσε ότι η κόρη είναι πραγματικά κατοικητήριο θείας χάρης και ότι είναι αυτή περισσότερο άξια απ’ αυτόν να εμφανίζεται συνεχώς ενώπιον του Θεού. Ταίριαζε αυτό που ειπώθηκε και είχε βαθύ νόημα στον νόμο για την κιβωτό, ότι θα κατοικήσει στα Άγια των αγίων, γιατί αυτό ακριβώς αναφέρεται ολοφάνερα σ’ αυτήν την κόρη. Ο αρχιερέας χωρίς ενδοιασμούς και χωρίς φόβο τολμά κάτι δίκαιο, που ξεπερνά τον νόμο, μάλλον ξεπερνά τον ανθρώπινο νόμο καθώς και την ασάφεια του γράμματος τού νόμου, γιατί ακολουθεί το άγιο Πνεύμα και οδηγεί και αποθέτει στα Άγια των αγίων αυτό το αφιέρωμα. Δέχεται ο τόπος αυτός την κόρη, αυτός που κανείς άλλος άνθρωπος δεν τον είδε, που δεν τον πατούν ούτε οι ιερείς ούτε ο ίδιος ο αρχιερέας, παρά μια μόνο φορά τον χρόνο. Έπρεπε βέβαια να μην υπακούει δουλικά στη σπουδαιότητα του νόμου, αυτή που αγιάσθηκε με την καθαρότητά της περισσότερο από ολόκληρη τη φύση και δικαιώθηκε από τότε που ήταν στη μήτρα της μητέρας της, ενός νόμου που δεν θεσπίστηκε για τους δίκαιους, αλλά για τους αμαρτωλούς. Ο νόμος καθιερώθηκε για τις παραβάσεις και θεωρήθηκε παιδαγωγός για κείνους που χρειαζόταν διαπαιδαγώγηση. Σ’ αυτήν που ξεπερνούσε τους αγγέλους όχι ο νόμος, αλλά η χάρη του Θεού εκτελούσε τα τέλεια. Φανερώνει ο Θεός ότι αρέσει αυτά τα όποια συνέβησαν, γιατί χρησιμοποιεί σαν διάκονό της άγγελο για να αναθρέψει την αφιερωμένη και τρέφει με παράδοξο τρόπο αυτήν που θα τον γεννήσει και θα τον αναθρέψει, ώστε κανένα χαρακτηριστικό της να μη φαίνεται ότι είναι ανθρώπινο, αλλά όλα να φαίνονται ότι είναι θεϊκά.
Αυτή είναι η σημερινή μας πανήγυρη, αυτό το γεγονός γιορτάζουμε σήμερα, την προσαγωγή της κόρης στον ναό και την εισαγωγή της στα Άγια των αγίων. Τι παράξενο γεγονός, τι παράξενο πράγμα ακούμε! Ένα μικρό κορίτσι να ζει στα άδυτα και αθέατα του Θεού. Ακόμη κι αν μόνο πατούσε στην αυλή του ναού, αυτό θα έδειχνε ξεκάθαρα την οικειότητα που θα είχε με τον Δεσπότη, αφού βέβαια το «να πατάει κανείς την αυλή μου δεν το επιτρέπω» ορίσθηκε από τον Θεό γι’ αυτούς που έρχονται σε ρήξη μ’ αυτόν. Ακόμη κι αν έβλεπε μόνο τα Άγια του ναού, κι αυτό θα ήταν μεγάλη απόδειξη παρρησίας προς τον Θεό. Ακόμη κι αν μια φορά τον χρόνο έμπαινε στα Άγια του ναού, κι αυτό θα ξεπερνούσε πάρα πολύ την ταπεινή θέση της γυναίκας.
Τώρα όμως περνώντας την αυλή, διασχίζοντας το δεύτερο χώρισμα και φτάνοντας στα Άγια των αγίων, ορίζεται να μένει συνεχώς μαζί με τον Θεό κι αυτό είναι ένας αρραβώνας μεταξύ της ανθρώπινης φύσης και της χάρης του Θεού, που εμφανίζεται αργότερα. Δείχνει μ’ αυτή της την ενέργεια η Θεοτόκος προφητικά σ’ εμάς και ανοίγει τον δρόμο σ’ όλο το ανθρώπινο γένος για την άνοδο και είσοδό του στα ουράνια και αληθινά Άγια των αγίων και έτσι μετά απ’ αυτό φαίνεται ότι καταργεί τον μωσαϊκό νόμο, ο οποίος επειδή δεν μπορούσε να μας δικαιώσει και να μας καθαρίσει από την αμαρτία, σχεδόν μας εμπόδιζε όλους να μετέχουμε σε κάθε μορφή αγιότητας. Επρόκειτο βέβαια ο Χριστός με τη θεία χάρη να μας δικαιώσει όλους και «αφού με τον σταυρικό θάνατό του γκρέμισε ό,τι σαν τοίχος μας χώριζε και προκαλούσε έχθρα», άνοιξε για όλους τους ανθρώπους τις εισόδους, που ήταν προηγουμένως άβατες, και αφού μας άγιασε όλους και μας καθάρισε με νερό και άγιο Πνεύμα, μας δέχτηκε στα Άγια. Γι’ αυτό τώρα στον ναό υποδέχεται την Παρθένο. Και όσα συμβαίνουν τώρα στη Θεοτόκο, μοιάζουν σαν να μας δίνει ό Θεός αξιόπιστα ενέχυρα για τη συμφιλίωση αργότερα ολόκληρου του ανθρώπινου γένους μαζί του.
Μικρό παιδί αφιερώνεται εξαιτίας της έλλειψης κακίας και εξαιτίας της ευθύτητάς του· «Γιατί η βασιλεία του Θεού ανήκει σε ανθρώπους που είναι σαν κι αυτά» και «Βοηθάει ο Κύριος τους αθώους και βλέπει με ευμένεια τους ευθείς ανθρώπους». Μιλάμε για γυναίκα, που εξαιτίας της Εύας προήλθε η αμαρτία, ώστε «εκεί όπου πλεόνασε η αμαρτία, εκεί θα υπερπερισσεύσει η χάρη του Θεού». Και ενώ η γυναί¬κα διώχτηκε από τον παράδεισο, θα προηγηθεί της φύσης της και θα εισέλθει στα Άγια των άγιων, θα είναι τριών ετών, γιατί έτσι συμβολίζεται η αγία Τριάδα, αυτή που αυξάνει την αγιότητα. Τί σημαίνει η πομπή: Είναι η ελεύθερη διατύπωση της χάρης του θεού, η οποία απλώθηκε σ’ ολόκληρη τη γη και δεν περιορίσθηκε σ’ ένα τόπο σύμφωνα με τη στενή αντίληψη του νόμου. Τί σημαίνει η παρουσία νέων κοριτσιών; Ψυχές του «καινούργιου ζυμαριού» του Θεού, που συμπορεύονται μιμούμενες την Παρθένο. Μπορώ να διακρίνω κάποιον συμβολισμό στις λαμπάδες που κρατούν; Είναι το φως της ζωής, που λάμπει για να δοξάζεται ο Θεός, είναι ο φωτισμός της γνώσης, αυτό που ανάβει και κρατιέται από δυνατά χέρια, κι όχι σαν να το κρατούν αποκαμωμένα χέρια και εγκαταλελειμμένο από κάθε δύναμη, όπως λέει ο θείος Δαβίδ, ότι και «το φως των οφθαλμών κι αυτό ακόμη σβήνει». Γιατί το άγιο Πνεύμα θα αποφύγει τον δόλο και δεν θα κατοικήσει σε σώμα καταχρεωμένο με πολλές αμαρτίες.
Εσύ ακροατή, που σκανδαλίζεσαι απ’ αυτά που ακούς εξαιτίας της προσωπικής σου τυφλώσεως, κρύψου στη σκιά και μη σκέφτεσαι τίποτε περισσότερο από αυτό που ξεπερνάει το γράμμα του νόμου, αφού είσαι «σκληροτράχηλος με πωρωμένη την καρδιά» και κλεισμένα τα αφτιά, που πάντοτε αντιστέκεσαι στο άγιο Πνεύμα. Είναι δυνατόν να λέγεται ότι ο αρχιερέας παρανομεί τόσο φανερά και ενεργεί τόσο επικίνδυνα, αν δεν είχε πεισθεί από τον Θεό ότι έτσι πρέπει να κάνει γι’ αυτό το κοριτσάκι; Πώς θα εισήγαγε την κόρη τόσο παράτολμα στα Άγια των αγίων, αν δεν συμβουλευόταν πιο σοφούς από σένα, ακροατή, αν δεν είχε κάποιο σημάδι «αποκαλύψεως και αλήθειας» στο στήθος, πράγματα που τον κοσμούσαν πάντοτε και από τα οποία έπαιρνε πάντοτε την άδεια για το τί έπρεπε να κάνει κάθε φορά; Ποιός από τους ιερείς θα τον ανεχόταν να παρανομεί σ’ αυτό το ζήτημα; Πώς δεν θα ξεσήκωνε τον λαό αυτή η ασυνήθιστη ενέργειά του, αφού σε άλλες περιστάσεις ήταν πάντοτε αντιδραστικός και πάντοτε καιροφυλακτούσε να μη γίνουν ασυνήθιστα πράγματα; Όμως το θέλημα του Θεού είναι πάντοτε ισχυρότερο κι όσα επικύρωσε ο άγιος Θεός κανείς από τους ανθρώπους δεν μπορεί να τα απορρίψει και με τα μυστικά χαλινάρια της πρόνοιας του Θεού τα στόματα όλων ελέγχονταν και καθοδηγούνταν και έτσι όλοι επαινούσαν και έλεγαν ότι αυτά συμβαίνουν πέρα από την ανθρώπινη λογική.
Δεν συμφωνείς μ’ αυτά ότι είναι αληθινά, ούτε πιστεύεις στον Θεό; Κοινή με τους προγόνους σου είναι αυτή η συμπεριφορά σου και πατρογονικό είναι αυτό που καμαρώνεις, γιατί αυτοί οι πρόγονοι δεν είχαν πιστέψει στον Θεό, αλλ’ είχαν εξουθενωθεί για την επιθυμητή γη. «Σαράντα χρόνια», λέει ο Θεός που δεν τον πίστεψαν, «βαρέθηκα τη γενεά εκείνη και είπα- «Πάντοτε πλανώνται με την αμαρτωλή καρδιά τους»». Εκτός απ’ αυτά βέβαια πρόσεξε μην ανοίξεις περισσότερο τη θύρα σου στους ειδωλολάτρες και απιστείς στα θαύματα που περιέχονται στον νόμο του Θεού κι έτσι μαζί μ’ αυτούς βαδίζεις για τα δικά μας θέματα και ενώ νομίζεις ότι συνηγορείς σ’ αυτά που λέει ο νόμος, πέσεις έξω και πάρεις σοβαρές αποφάσεις εναντίον του νόμου.
Οι Ιουδαίοι λοιπόν ας φορούν κάλυμμα μπροστά στα μάτια τους κι ας μη βλέπουν τίποτε φωτεινό και θεϊκό, «Γιατί έκλεισαν τα μάτια τους» και γι’ αυτό δεν κατάλαβαν, αφού βαδίζουν στο σκοτάδι. «Εμείς όμως, χωρίς κάλυμμα στο πρόσωπο, κοιτάζουμε σε καθρέφτη τη λαμπρότητα του Κυρίου» και σημαδεμένοι με το φως τους και διαπλασμένοι απ’ αυτό, να μην εξετάσουμε μόνο τα σχετικά με τη γιορτή και να τα τιμήσουμε, αλλά και μείς οι ίδιοι να γίνουμε γιορτή και θεμέλιο γιορτής. Πώς θα γίνει αυτό; Χθες ήσουν, ακροατή, μια στείρα και άκαρπη ψυχή, που δεν μπορούσε να γεννήσει ένα τέκνο, το οποίο θα ήταν άξιο να δει το φως της ζωής; Σήμερα λάβε μέσα σου τον δεσποτικό φόβο και με χρήσιμες νηστείες, με δάκρυα, με δοξολογίες, γέννησε για τον εαυτό σου τα αγαθά όντως σπέρματα και πνεύμα σωτηρίας και θρέψε, παιδί μου, και αύξησε την πίστη σου μέχρι αυτή να φτάσει την πίστη της σεβάσμιας Τριάδας. Μην ασπάζεσαι την πολυθεΐα, γιατί αυτό είναι κάτι χυδαίο, ούτε έναν Θεό με μια μόνον υπόσταση, γιατί αυτό είναι κάτι φτωχό. Το πρώτο έχει σχέση με την ειδωλολατρική αισχρότητα και με την επινόηση της διαδοχής της θεότητας, το δεύτερο έχει σχέση με την ιουδαϊκή μικροπρέπεια, επειδή τα τρία δεν χωρούν μαζί εξαιτίας της στενότητας της σκέψης τους. Πρόσφερε το αφιέρωμά σου στον Κύριο, από τον οποίο προέρχεται «κάθε καλή προσφορά», και μην αφιερώνεις ό,τι καλό καταφέρεις να κάνεις νομίζοντας ότι προέρχεται από τους κόπους σου, αλλά να ξέρεις πως αυτό οφείλεται στη δύναμη και στη χάρη εκείνου. Ας σε φωτίζει και το άσβεστο φως της παρθενίας ή της σωφροσύνης κι έτσι θα γίνεις άξιος να εισέλθεις εσύ ή να εισαγάγεις άλλον στα Άγια των αγίων. Γιατί χωρίς «αγιασμό και καθαρότητα κανείς δεν θα αντικρύσει τον Κύριο», όπως λέει ο Παύλος. Έχε εμπιστοσύνη στον Κύριο. Έτσι βέβαια θα τραφείς με τον μυστικό θεϊκό άρτο, που θα μεταφέρει άγγελος και θα σου τον προσφέρει, αν βέβαια λέμε και πιστεύουμε ότι ο ιερέας είναι άγγελος του Κυρίου.
Αυτά είναι τα κέρδη από μια πανήγυρη που γίνεται στο όνομα του Χριστού, έτσι οι Χριστιανοί ευχαριστούνται με τις γιορτές.
Είσαι παρθένος; Πρόσεξε τη δόξα της παρθενίας, που σε οδηγεί και που σε ανεβάζει και με ποιόν τρόπο σε τρέφει και με τι «να μη σαλευθεί το πόδι σου, μήτε να σβήσει η λαμπάδα σου», ούτε «να σε βρει ο θάνατος μπαίνοντας στο σπίτι σου από τα παράθυρα», ούτε να βεβηλώσεις το άγιο της αφθαρσίας, το οποίο δεν επιδέχεται καμιά ανάκληση. Γιατί ποιός αποκατέστησε την παρθενία του, έστω και αν λιώσει τις σάρκες του, έστω και αν διατηρήσει τον εαυτό του απρόσιτο στους ύπουλους λογισμούς;
Έχεις δεθεί με τα δεσμά του γάμου; Πρόσεξε να μην κατηγορήσεις τον γάμο ως αίτιο της απομακρύνσεώς σου από τον Θεό, να μη προφασιστείς ανόητα πράγματα. Ο Ιωακείμ και η Άννα ήταν παντρεμένοι, αλλά δεν ήταν μακριά από τον Θεό. Και το πιο παράδοξο, όταν απέκτησαν διάδοχο και προχώρησαν έτσι μπροστά, κράτησαν την άποψή τους ίδια για πάντα. Προσφέροντας τη θυγατέρα τους στον Θεό, έγιναν και καλούνται θεοπάτορες σαν ανταμοιβή. Επί πλέον πρόσεξε και λειτούργησε σωστά μέσα στον γάμο, «δίνοντας στον αυτοκράτορα ό,τι του ανήκει, και στον Θεό ό,τι ανήκει στον Θεό». Αγάπα τη σύζυγο σου σαν να είναι η σάρκα σου —«κανείς ποτέ δεν μίσησε το ίδιο του το σώμα»— και μη ρίχνεις το βλέμμα σου έξω από το σπίτι σου. «Πίνε νερό από το πηγάδι σου», γιατί είναι πολύ στενά τα ξένα πηγάδια «και φέρνουν θλίψη στη σάρκα» σύμφωνα με τον νόμο. Ανάτρεφε τα παιδιά σου «με αγωγή και συμβουλές, που εμπνέονται από την πίστη στον Κύριο» και να φοβάσαι την καταδίκη του αρχιερέα Ηλεί. Αγιάστηκες με τον γάμο, αλλά και άγιασες τον γάμο και έγινες επιτηδειότατος και μεταχειρίστηκες τις κοσμικές υποθέσεις σύμφωνα με τον νόμο του Θεού και απέδειξες την αλήθεια που λέει η Γραφή ότι «ο Κύριος ενώνει τη γυναίκα με τον άνδρα», ένα ταίριασμα πραγματικά ωραίο και στεφανωμένο από τον Θεό, ο οποίος τα πάντα λογικά συνταιριάζει.
Έτσι γιορτάζουμε, αδελφοί, μακάρι έτσι να γιορτάζουμε πάντοτε, για να αξιωθούμε να εισέλθουμε στην πιο τέλεια είσοδο, στα Άγια των αγίων, παρθένες ψυχές, καθαρές από κάθε κακό — αυτήν θεωρώ πραγματική παρθενία μ’ αυτά που γράφω—, να κρατά η ψυχή μας λαμπρές τις λαμπάδες που καίνε το έλαιο της φιλανθρωπίας, να εισέλθουμε εκεί «όπου μπήκε πριν από μας και για χάρη μας ο Χριστός», έχοντας για βοηθό μας αυτήν την ίδια τη Θεοτόκο και στις προθέσεις μας και στις πράξεις μας. Αυτή μας αξίωσε να δεχτούμε τόσες χάρες της και η οποία τώρα με τη γιορτή της μας αγιάζει, και τότε μας αξίωσε να νιώσουμε το κάλλος της πανάγιας και αϊδίας Τριάδας, του Πατρός, του Υιού και του αγίου Πνεύματος, του μοναδικού Θεού, στον οποίο ανήκει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

(Δημητρίου Γ. Τσάμη, «Θεομητορικόν», τ.Β΄, εκδ. Ορθ. Χριστ. Αδελφότητα ΛΥΔΙΑ, σ. 57-69, απόσπασμα)



Read more: http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/search/label/%CE%B5%CE%B9%CF%83%CF%8C%CE%B4%CE%B9%CE%B1#ixzz2lBe2py76

Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ Θ΄ ΛΟΥΚΑ

Θα λέγαμε πώς υπάρχει στο κυριακοδρόμιο της Εκκλησίας μας μια φθινοπωρινή τριλογία σχετικά με το πάθος του πλουτισμού και τον ίδιο τον πλούτο, της οποίας τριλογίας μέρος είναι η αυριανή παραβολή του άφρονα πλούσιου. Τα άλλα δύο μέρη αναφέρονται στην παραβολή του πλούσιου γείτονα του δικαίου Λαζάρου πού είδαμε προ δεκαπέντε ημερών και του πλούσιου νέου της ιγ΄Κυριακής πού θα συναντήσουμε σε λίγες μέρες.Ο λόγος είναι προφανής και έχει ξαναδιατυπωθεί από δώ. Ο χειμώνας είναι βαρύς για κάθε φτωχό και πένητα και ο άνθρωπος κάθε εποχής δεν έχει το δικαίωμα να περιχαρακώνεται ειδωλολατρικά στην θεραπεία και λατρεία του εαυτού του και της απληστίας του, αλλά να κοιτάζει τον αδελφό του πού στερείται, γιατί κάθε εποχή ακμής ή παρακμής, κάθε χειμώνας ,σε καιρό ειρήνης ή πολέμου είναι δυσβάσταχτος για τον ταπεινό λαό της γης. Οι διατάξαντες την σειρά των περικοπών πατέρες και ερμηνείς του χρόνου στην Εκκλησία μας, ορθώς μιμούνται τον Απόστολο Παύλο, ο οποίος προ του βαρέως χειμώνος και του λιμού της Ιουδαίας, προέβαλλε ως επαίτης διά Χριστόν την επαινετή λογία, τον έρανο για τους πάσχοντες και υστερούμενους αδελφούς.
Καν ο Ιερός Χρυσόστομος ορίζει τον πλούτο ως κάτι το άψυχο και αδιάβλητο, το οποίο δεν μπορεί να είναι κακό, παρά μόνον στην άκριτη διαχείριση του από τον καθένα μας, ο ίδιος ωστόσο πατέρας παραδέχεται πώς οι πλούσιοι είναι ελεεινότεροι ζητιάνοι από τους φτωχούς, γιατί αναπτύσσουν μια αρρωστημένη εξάρτηση από τα υλικά αγαθά, από την ακόρεστη δίψα για πλούτο και έτσι εξαχρειώνονται και γίνονται δούλοι της ύλης. Ο ίδιος ο Χριστός αντιδιαστέλλει μεταξύ Θεού και μαμμωνά, της χαλδαϊκής θεότητας του πλούτου, διακηρύσσοντας πώς κάθε άνθρωπος δεν μπορεί παρά να είναι ή δούλος στον Θεό ή δούλος στον μαμμωνά. Η πρόκριση αυτού του δαιμονίου, αυτού του πάθους, έναντι όλων των άλλων σε αντιδιαστολή με την λατρεία του Θεού, αποδεικνύει τον μεγάλο και επικίνδυνο πειρασμό, αυτού του σκοτεινού έρωτα. Ρίζα πάντων κακών η φιλαργυρία. Η απληστία στην πράξη της κατήντησε τα έθνη υπόδουλα και δυστυχισμένα, ενώ η πονηρή μεθοδεία των οικονομιστών εξαθλίωσε συνειδήσεις, λαούς και πρόσωπα. Και πόσο ακριβά το πληρώνουμε όλοι σήμερα, την εποχή της περιβόητης οικονομικής κρίσης!Όταν υποδουλωθήκαμε στο χρήμα, υποδουλωθήκαμε στην θεραπεία ποικίλλων παθών και αλλοίμονο χάσαμε και την πνευματική και την σωματική μας περιουσία και ελευθερία.

Αδηφάγος ο άνθρωπος, καταστροφικός για την φύση, καταστροφικός για τον αδελφό του, επινοητικός στην εύρεση τρόπων, ώστε να πληρώσει τον οφθαλμό και την κοιλία με αγαθά υλικά και πρόσκαιρα, εις βάρος κάθε συνειδησιακής ηθικής, κάθε αξίας, έναντι και ενάντια του Δικαιοκρίτου Θεού!Και το τραγικότερο όλων; Όταν αναπτύσσουμε συζήτηση ή διδασκαλία ή απλώς διανοούμαστε επί της παραβολής πού θα διαβαστεί αύριο, πλάθουμε αυτομάτως και έχουμε προ οφθαλμών μας έναν απρόσωπο πλούσιο άνθρωπο, δυστυχισμένο και τάχα διαφορετικό από εμάς τους καθαρούς πένητες. Με απλά λόγια εντελώς διαφορετικό από τον ενάρετο και πτωχό μας εαυτό. Είναι ξεκάθαρο και κατανοητό πώς ορισμένοι άνθρωποι είναι περισσότερο ικανοί προς το πλουτίζειν με έντιμούς ή ανέντιμους τρόπους. Και άλλοι φαντάζουν πιό ευνοημένοι από τα συμβάντα και τα γεγονότα, ενώ ο γραφικός φιλάργυρος και μεγαλοκαρχαρίας είναι ευδιάκριτα πρόσωπα στο κοινωνικό στερέωμα. Ποιός όμως θα διακρίνει την αφροσύνη της απληστίας και της ικανοποίησης του εγώ στις καθημερινές μέριμνες και στα μικροσυμφέροντα μας; Ποιός όμως θα έχει το θάρρος και την διάκριση να κατατάξει τον εαυτό του μετά του άφρονος πλούσιου, έστω και αν οι δικές του επιθυμίες και δραστηριότητες, έστω και οι θυσίες των αξιών και της προσωπικότητας του μοιάζουν ελαχιστότερες από το "καπιταλιστικό κτήνος"; Ο Χριστός δεν μιλησε για ποσότητες αλλά για ποιότητα χαρακτήρα, βιώματος, επιλογών. Η απληστία, η αδιαφορία για τον άλλο, η θεραπεία της αυτού μεγαλειότητας του εαυτού μας, η σύυληψη μεγαλόπνοων σχεδίων χωρίς μνήμη θανάτου και ταπείνωσης, δεν αφορά αποκλειστικα τα υψηλά οικονομικά στρώματα,τα οποία συχνά αφορίζουμε από την σωτηρία λόγω κοινού φθόνου,  αλλά το καθένα μας, τον καθένα άνθρωπο, τον άνθρωπο του μέσου όρου, επιρρεπή πάντα  στα πάθη του.
Η Εκκλησία αυτή την περίοδο προβάλλει το εκκλησιαστικό αγαθό της νηστείας. Το ονομάζουμε αγαθό γιατί είναι από πολλές απόψεις. Και εκκλησιαστικό γιατί δεν είναι επιλογή προσωπική, αλλά κοινωνική έκφραση ολόκληρου του σώματος, κοινή εξωτερική έκφραση πού ερμηνεύεται ως δόσιμο της Εκκλησίας και του καθένα μας χωριστά προς τον κόσμο πού στερείται και πάσχει. Όταν νηστεύω εκτιμώ την αξία της ολιγάρκειας, εκτιμώ το δίκαιο και την αδικία ταυτόχρονα, γιατί γίνομαι σπλαχνικότερος στους λιγότερο ευνοημένους.Η στέρηση με βοηθά στην ταπείνωση, στην μνήμη του πρόσκαιρου, με φέρνει στην θέση αυτού πού στερείται και αδικείται, αυτού πού μοιράζεται την κοινή φύση και πορεία με μένα, στην φιλοσοφία και υπέρβαση του θανάτου.Ο θάνατος τρομάζει τους υλοπαθείς και τους αμαρτωλούς, αυτούς πού αγαπούν τον εαυτό τους και όχι τους φιλοσόφους των ουσιαστικών πραγμάτων αυτού του βίου. Και πάνω απ'όλα  με την νηστεία ξεριζώνω την καταραμένη φιλαργυρία. Δεν ζω για μένα, αλλά ο Χριστός πού μορφώνεται και ζεί μέσα μου, αρχίζει και ζεί για τον άλλο, γίνεται ο άλλος. Μοιράζομαι το ψωμί μου και κάτι περισσότερο: το στερούμαι για να το διανείμω. Η αφροσύνη της απληστίας, η τρέλα του ειδώλου εγώ θεραπεύεται με αυτό το μοίρασμα και το δώσιμο. 
Ας βγούμε λοιπόν από την φυλακή του εαυτού μας, μήπως βρούμε την πραγματική ελευθερία. Η Εκκλησία μας δίνει συνεχώς πνευματικές ευκαιρίες και αφορμές με έμπρακτα παραδείγματα και μακρές περιόδους επιστροφής, όπως αυτή η σαρακοστή των χριστουγέννων. Ας την εκμεταλλευτούμε στο έπακρον!


ππκρ. 16-11-13